γαλβανόμετρο

γαλβανόμετρο
Όργανο υψηλής ευαισθησίας για την ανίχνευση και τη μέτρηση ηλεκτρικών ρευμάτων ασθενούς έντασης. Αν και υπάρχει μεγάλη ποικιλία κατασκευών, όλοι οι τύποι των γ. στηρίζονται στη μέτρηση των μετατοπίσεων ενός κινητού συστήματος από τις δυνάμεις που ασκούνται μεταξύ αγωγών ηλεκτρικού ρεύματος και μαγνητών. Τελείως διαφορετική είναι η αρχή των γ. που μετρούν την ένταση ενός ρεύματος με βάση τη διαστολή ενός σύρματος εξαιτίας της θέρμανσης από τη δίοδο του ρεύματος. Μετρητές πιο ισχυρών εντάσεων ρεύματος, οι οποίοι βασίζονται στις ίδιες φυσικές αρχές και είναι βαθμονομημένοι σε αμπέρ, ονομάζονται αμπερόμετρα. γ. Νόμπιλι. Βασίζεται στη δράση πάνω σε μια μαγνητική βελόνα του μαγνητικού πεδίου που γεννιέται από ένα πηνίο από χάλκινο σύρμα, όταν αυτό διαρρέεται από ρεύμα. Για να κάνει πιο ευαίσθητο το γ., ο Νόμπιλι επινόησε το αστατικό σύστημα, που αποτελείται από δύο μαγνητικές βελόνες με αντίστροφους πόλους και ενωμένες σταθερά, πάνω στο οποίο και η δράση του γήινου μαγνητικού πεδίου είναι πάντοτε μηδενική. Αντίθετα, στο γ. Τόμσονυπάρχουν δύο πηνία, αντί για ένα, σε σχήμα 8 που διαρρέονται από το ρεύμα σε αντίθετη φορά και στο εσωτερικό δύο συστήματα βελονών με αντίστροφους πόλους. γ. Ντεμπρέ – Ντ’ Αρσονβάλ. Βασίζεται στη δράση ενός μαγνητικού πεδίου πάνω σε μία σπείρα ή ενός πηνίου που διαρρέεται από το ηλεκτρικό ρεύμα. Το πηνίο μπορεί να έχει πολλές ή λίγες σπείρες από λεπτότατο σύρμα. Για να αυξηθεί η ευαισθησία αυτών των γ., στερεώνεται πάνω στο νήμα ανάρτησης του κινητού συστήματός τους ένα μικρό κάτοπτρο, πάνω στο οποίο ανακλάται μια ακτίνα φωτός και πέφτει πάνω σε μια κλίμακα τοποθετημένη σε μεγάλη απόσταση. Με τον τρόπο αυτό, ακόμα και μια πολύ μικρή περιστροφή προκαλεί αισθητή μετατόπιση της φωτεινής κηλίδας στη βαθμονομημένη κλίμακα. Ένα γ. Τόμσον είναι ευαίσθητο σε ρεύματα της τάξης των 10-11 (εκατοντάκις δισεκατομμυριοστού) του αμπέρ και ένα γ. Ντεμπρέ – Ντ’ Αρσονβάλ σε ρεύματα δεκάκις εκατομμυριοστού του αμπέρ. Πάνω, γαλβανόμετρο κινητού πηνίου. Κάτω, γαλβανόμετρο Τόμσον, του οποίου το κινητό σύστημα αποτελείται από δύο σειρές μαγνητικών βελονών, σταθερά ενωμένες μεταξύ τους.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • γαλβανόμετρο — το (φυσ.), όργανο που χρησιμοποιείται στη μέτρηση της έντασης και της φοράς του ηλεκτρικού ρεύματος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία — Γενικός όρος, με τον οποίο υποδηλώνονται όλες οι ακτινοβολίες που, διαδιδόμενες στον χώρο, μεταφέρουν ενέργεια με τη μορφή ηλεκτρομαγνητικών διαταράξεων του πεδίου. Τα διάφορα είδη ακτινοβολίας χαρακτηρίζονται με βάση τις συχνότητές τους… …   Dictionary of Greek

  • βαλλιστικά βλήματα — Ο όρος β.β. καθιερώθηκε στη σύγχρονη τεχνική ορολογία μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο και σημαίνει κινητά σώματα που εκτοξεύονται και διατηρούνται στην τροχιά τους με συστήματα αυτοπροώθησης και ενδοαντίδρασης ή με κινητήρες αντίδρασης διαφόρων… …   Dictionary of Greek

  • ποτενσιόμετρο — Ηλεκτρική διάταξη που προορίζεται για μετρήσεις ακριβείας της διαφοράς δυναμικού που επικρατεί μεταξύ δύο σημείων ενός ηλεκτρικού κυκλώματος ή της ηλεκτρεγερτικής δύναμης (ΗΕΔ) μιας πηγής. Η αρχή λειτουργίας του π. βασίζεται στην έμμεση μέτρηση… …   Dictionary of Greek

  • κύτταρο, φωτοηλεκτρικό — Όργανο βασιζόμενο στην ιδιότητα που έχουν κάποια μέταλλα να εκπέμπουν ηλεκτρόνια (φωτοηλεκτρισμός), όταν δέχονται κατάλληλη ηλεκτρομαγνητική (φωτεινή) ακτινοβολία. Τα φ.κ. κενού αποτελούνται από μια γυάλινη αμπούλα, στην οποία έχει… …   Dictionary of Greek

  • μέτρηση και μέτρο — Στις φυσικές επιστήμες υπάρχει ένας σαφής διαχωρισμός μεταξύ των εννοιών του μέτρου και της μέτρησης ενός μεγέθους. Μέτρηση είναι μια διαδικασία ή ένα σύνολο από διαδικασίες, που επιτρέπει να προσδιορίσουμε την αριθμητική τιμή (δηλαδή το μέτρο)… …   Dictionary of Greek

  • αμπερόμετρο — Όργανο απευθείας ανάγνωσης, για τη μέτρηση της έντασης του ηλεκτρικού ρεύματος, βαθμονομημένο σε αμπέρ και υποπολλαπλάσια του αμπέρ. Για μετρήσεις μεγάλης ευαισθησίας χρησιμοποιούνται τα γαλβανόμετρα. Για να κατατάξουμε τα α. μπορούμε να… …   Dictionary of Greek

  • διακλαδωτήρας — ο 1. παράλληλη αντίσταση ακριβούς τιμής που συνδέεται σε γαλβανόμετρο ή σε αμπερόμετρο για να αυξήσει τη μετρική περιοχή του 2. εξάρτημα τών ηλεκτρικών γραμμών χαμηλής τάσης, με τη βοήθεια τού οποίου συνδέεται η γραμμή τού καταναλωτή με τη γραμμή …   Dictionary of Greek

  • ηλεκτρισμός — Γενικός όρος που υποδηλώνει όλα εκείνα τα φυσικά φαινόμενα στα οποία παίρνουν μέρος ηλεκτρικά φορτία, είτε αυτά βρίσκονται σε ηρεμία είτε σε κίνηση. Για τον σκοπό της διατύπωσης των νόμων που διέπουν τα φαινόμενα αυτά και για ευκολία μελέτης,… …   Dictionary of Greek

  • θερμοηλεκτρισμός — Σύνολο ιδιοτήτων που προκύπτουν από την αλληλεπίδραση μεταξύ ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας που εκδηλώνονται στα φαινόμενα Ζέεμπεκ, Πελτιέ, Τόμσον, εκτός από το φαινόμενο Τζάουλ. φαινόμενο Ζέεμπεκ. Το φαινόμενο Ζέεμπεκ, που είναι και το πιο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”